Πρόκειται για την πιο συχνή και ταυτόχρονα ευκολότερα αντιμετωπίσιμη νεοπλασματική εξεργασία του δέρματος (κακοήθης βλάβη).
Δεν μεθίσταται παρά μόνο αν η βλάβη προσλάβει γιγαντιαίες διαστάσεις (διάμετρος >20cm).
Η συχνότερη επιπλοκή κατά την αντιμετώπισή της είναι η υποτροπή και γι’ αυτό πρέπει να αφαιρείται στα ενδεδειγμένα όρια εκτομής και η βλάβη να αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση ώστε να επιβεβαιώνεται ο χαρακτήρας της και να επαληθεύεται το ασφαλές των ορίων εκτομής.
Καθώς οι περισσότερες βλάβες εντοπίζονται στην κεφαλή και στον τράχηλο, είναι σημαντικό να μην καθυστερεί η αφαίρεσή τους ώστε να επιτυγχάνεται το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα. Είναι προφανές πως όσο μικρότερες είναι οι διαστάσεις της βλάβης, τόσο ευκολότερη και περισσότερο ικανοποιητική αισθητικά καθίσταται η αποκατάσταση.
Επιπρόσθετα, είναι επιβεβλημένη, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, η παρακολούθηση του ασθενούς για 5 χρόνια μετεγχειρητικά (follow up), ανά 6μηνο, όπως και η άμεση επανεκτίμηση στην υποψία υποτροπής, ανεξάρτητα από το χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης που έχει προκαθοριστεί.
Ιδιαίτεροι τύποι BCC αποτελούν ο μετατυπικός ιστολογικός τύπος (αντιμετωπίζεται ως SCC) και ο σκληροδερμοειδής ιστολογικός τύπος (συχνά χρήζει συμπληρωματικής εκτομής και παρουσιάζει αυξημένη συχνότητα υποτροπής καθώς παρουσιάζει δυσδιάκριτο τύπο ανάπτυξης ακόμα και σε επίπεδο μικροσκοπικού οπτικού πεδίου επειδή ο όγκος κατά την επέκτασή του υπερπηδά τμήματα υγιών ιστών).