Το ακανθοκυτταρικό επιθηλίωμα του δέρματος (SCC) αποτελεί επιθετικότερη νεοεξεργασία σε σχέση με το βασικοκυτταρικό επιθηλίωμα (BCC), καθώς έχει την τάση να προσβάλλει εν τω βάθει ιστούς και να μεθίσταται τόσο σε επίπεδο επιχώριων λεμφαδένων όσο και απομακρυσμένα. Προκαλείται από την έκθεση του δέρματος σε βαθύ ηλιακό έγκαυμα κι όχι από αθροιστική δράση της ηλιακής ακτινοβολίας όπως συμβαίνει στην περίπτωση του βασικοκυτταρικού επιθηλιώματος ή του κακοήθους μελανώματος.
Θεωρείται πλήρως ιάσιμο στα πρώιμα στάδια αντιμετώπισης, από τη στιγμή που θα εξαιρεθεί στα ενδεδειγμένα, για τη νόσο, ασφαλή όρια εκτομής.
Αν ο ασθενής πληρεί τα κριτήρια χειρουργικής θεραπείας, η βλάβη αφαιρείται, αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση και ακολούθως ορίζεται η περαιτέρω θεραπεία καθώς και το χρονοδιάγραμμα της μετεγχειρητικής 5ετούς παρακολούθησής του. Η χειρουργική θεραπεία αποτελεί την θεραπεία εκλογής κι είναι η μόνη που μπορεί να οδηγήσει σε ίαση. Όπως και στην περίπτωση του βασικοκυτταρικού επιθηλιώματος, σε υποψία υποτροπής θα πρέπει να προβαίνουμε άμεσα σε επανέτασή της, ανεξαρτήτως του χρονοδιαγράμματος παρακολούθησης που έχει καθοριστεί, ώστε να επιτυγχάνεται ριζική αντιμετώπιση.
Το εύρος της χειρουργικής θεραπείας καθορίζεται από το μέγεθος της βλάβης και τη λεμφαδενική ή μη συμμετοχή.
Σημαντική διαπίστωση αποτελεί το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων από SCC είχε πρωτοπαθή εντόπιση στα πτερύγια των αυτιών, συνεπώς καλό θα είναι, δυσεπούλωτα έλκη με τέτοια εντόπιση να τυγχάνουν κλινικής εκτίμησης έγκαιρα.
Είναι σαφές ότι σε προχωρημένα στάδια δεν αρκεί η παρέμβαση μόνο του Πλαστικού Χειρουργού ή σε ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη του όγκου μπορεί να θεωρηθεί και μη αποτελεσματική, στην περίπτωση δηλαδή που ο όγκος θα θεωρηθεί ανεγχείρητος. Η διαπίστωση αυτή υπογραμμίζει εμφατικά τόσο την ανάγκη για έγκαιρη εκτίμηση και αντιμετώπιση όσο και την σημασία της τακτικής εξέτασης όπως αυτή θα οριστεί κατά περίπτωση από τον θεράποντα ιατρό ή στα πλαίσια τακτικού προληπτικού ελέγχου, ενώ σε κάθε περίπτωση επιβεβαιώνει την αξία της αυτοεξέτασης και της εξέτασης του σώματός μας από τον σύντροφό μας.